Φανάρι τον Κ’ αιώνα: αναζητώντας ποίμνιο, χρήματα και προστάτες

10 Ιουνίου 2019 04:59
272
Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Harry Truman και ο μελλοντικός Πατριάρχης της Κωνσταντινούπολης Αθηναγόρας (Σπύρου) Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ Harry Truman και ο μελλοντικός Πατριάρχης της Κωνσταντινούπολης Αθηναγόρας (Σπύρου)

Έχοντας περάσει δύο ουνίες και συνεργασία με σχισματικούς διαφόρων τύπων, το Πατριαρχείο Κωνσταντινούπολης βρήκε αξιόπιστους προστάτες στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ των ΗΠΑ.

Στους Φαναριώτες αρέσει να επαναλαμβάνουν ότι «το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως εκφράζει την αληθινή ουσία της Ορθοδοξίας». Ωστόσο, με πιο προσεκτική προσέγγιση, αυτή η «ουσία» φαίνεται πολύ αντιφατική, αν όχι περισσότερο. Ίσως όχι κύριο, αλλά πολύ προφανές χαρακτηριστικό του Φαναρίου είναι φιλαργυρία, όσο πικρό μπορεί και να ακούγεται. Και οι πρόσφατες ενέργειες της Κωνσταντινούπολης στην Ουκρανία είναι μια λογική συνέχεια της πολιτικής της σε ολόκληρο τον 20ό αιώνα.

Αλλά πρώτα – μια σημαντική εισαγωγή. Η Ορθοδοξία οφείλει πολλά στο Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης. Από τα βάθη αυτής της Τοπικής Εκκλησίας βγήκε ο πλήθος των αγίων, μαρτύρων, οσίων. Ο Ορθόδοξος κόσμος οφείλει στην Εκκλησία της Κωνσταντινούπολης τη λειτουργία, τον μοναστηριακό κανόνα και τη θεολογική παράδοση.

Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς πώς θα ήταν σήμερα η Ορθοδοξία χωρίς τους Πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως τον Ιωάννη τον Χρυσόστομο, τον Γρηγόριο το Θεολόγο, το Φώτιο το Μεγάλο, χωρίς τον Άγιο Θεόδωρο το Στουδίτη, τους Αθανάσιο και Πέτρο του εν Άθω, χωρίς τον Ανδρέα δια Χριστού σαλό, και πολλούς άλλους.

Ο κλήρος και ο απλός λαός της Εκκλησία της Κωνσταντινούπολης κατάφεραν να διατηρήσουν την Ορθοδοξία κατά τη διάρκεια των πεντακοσίων ετών οθωμανικής κυριαρχίας. Πολλές γενιές από αυτούς τους ανθρώπους υπέφεραν από ανομία, ταπείνωση και απειλές για τη ζωή, αλλά δεν εγκατέλειψαν την Ορθοδοξία.

Εντούτοις, αυτό δεν μπορεί να ειπωθεί για την τυπική κορυφή του Πατριαρχείου Κωνσταντινούπολης, η οποία, ακόμη και κατά τη διάρκεια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, βυθίστηκε σε ενδοσχολίες και εξουσιαστικούς αγώνες και υπό την κυριαρχία των Τούρκων μετατράπηκε εξολοκλήρου σε διεφθαρμένο προσάρτημα του τουρκικού γραφειοκρατικού συστήματος. Η εικόνα αποδείχθηκε μάλλον άσχημη: ο απλός λαός και ο κλήρος, που παρέμειναν πιστοί στην Ορθοδοξία, παρά τα πάντα, και η διοικητική ελίτ του Πατριαρχείου Κωνσταντινούπολης, που έπλεκε πολλές πολιτικές ίντριγκες και δεν ήταν πολύ επιλεκτική στα μέσα.

Αλλά αυτό θα ήταν το μισό πρόβλημα: αυτό συμβαίνει σε πολλές ανθρώπινες κοινότητες. Η δυστυχία ήρθε στις αρχές του 20ού αιώνα, όταν αυτή η διοικητική ελίτ έχασε το ποίμνιό της.

Στη δεκαετία του 1920, ως αποτέλεσμα του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, καταστροφής της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, γενοκτονίας των Ελλήνων και των Αρμενίων στη Μικρά Ασία και ανταλλαγής πληθυσμών μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας, στη Τουρκική επικράτεια δεν έμεινε σχεδόν καθόλου ελληνικός πληθυσμός και το Πατριαρχείο Κωνσταντινούπολης χωρίστηκε από τον τουρκικό κρατικό μηχανισμό. Έτσι, το Φανάρι έχασε το ποίμνιό του, την υποστήριξη των αρχών και την υλική πηγή της ύπαρξής του. Και σε γενικές γραμμές, έχασε περισσότερα – την ίδια την ουσία της ύπαρξής του. Οπότε το Φανάρι άρχισε να ψάχνει αγωνιωδώς πώς να αντικαταστήσει το χαμένο.

Αναζήτηση ποιμνίου

Σύμφωνα με την απογραφή του 1914, στην Τουρκική επικράτεια ζούσαν 1,8 εκατομμύρια Έλληνες, οι οποίοι αντιπροσώπευαν το 8,5% του συνολικού πληθυσμού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Μετά την Μικρασιατική καταστροφή, στην οποία περίπου 700 χιλιάδες Έλληνες σκοτώθηκαν βίαια, και την ανταλλαγή πληθυσμών, στην οποία σχεδόν όλοι οι Έλληνες εγκατέλειψαν την Τουρκία, το Πατριαρχείο Κωνσταντινούπολης έμεινε χωρίς ποίμνιο. Ο γάλλος ιστορικός Edouard Drio έγραψε ότι «η Μικρασιατική καταστροφή ήταν πιο διαδεδομένη και τρομερή από την άλωση της Κωνσταντινούπολης».

Κάτω από αυτές τις συνθήκες, οι ιεράρχες του Φαναρίου άρχισαν να αναζητούν τρόπους αναπλήρωσης του χαμένου ποιμνίου του. Το μέρος των Ελλήνων που μετανάστευαν από τη Μικρά Ασία στην Ελλάδα ενσωματώθηκε φυσικά στην Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος, η οποία διαχωρίστηκε από την Κωνσταντινούπολη το 1833 και αναγνωρίστηκε από το Φανάρι το 1850.

Στην δικαιοδοσία της Κωνσταντινούπολης παρέμειναν εκείνοι οι Έλληνες που έφυγαν στις χώρες της Δυτικής Ευρώπης και των Ηνωμένων Πολιτειών. Δηλαδή, χώρες στις οποίες δεν υπήρχαν ιστορικές Τοπικές Ορθόδοξες Εκκλησίες.

Και τότε στους Φαναριώτες ήρθε ιδέα να κηρύξουν στη δικαιοδοσία όλους τους Ορθοδόξους χωρίς εξαίρεση, οι οποίοι με το ένα ή το άλλο τρόπο βρέθηκαν σε χώρες όπου δεν υπήρχε Τοπική Εκκλησία. Ανεξάρτητα από τις επιθυμίες τους και τις επιθυμίες της Εκκλησίας, από την κανονική επικράτεια της οποίας έφυγαν.

Ακριβώς εκείνη την εποχή, λόγω της Οκτωβριανής Επανάστασης του 1917 και του εμφυλίου πολέμου που ακολούθησε, εκατομμύρια μετανάστες, εκατοντάδες ιερείς και δεκάδες επίσκοποι εγκατέλειψαν τη Ρωσία. Οι χώρες που ήταν πριν μέρος της Ρωσικής αυτοκρατορίας δήλωσαν την ανεξαρτησία τους. Η Πολωνία, η Φινλανδία, η Εσθονία, η Λετονία, η Λιθουανία όχι απλώς χωρίστηκαν από τη Ρωσία, αλλά άρχισαν να υλοποιούν ειλικρινά αντιρωσική πολιτική. Οι ορθόδοξες εκκλησίες στις χώρες αυτές έχουν καταστεί διαπραγματευτική μάρκα στα χέρια των τοπικών αρχών και των ιεραρχών του Φαναρίου. Κάποιοι ανάγκαζαν τον κλήρο και την επισκοπή να διακόψουν όλους τους δεσμούς με την Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία, άλλοι τους δήλωναν βρισκόμενους στη δική του δικαιοδοσία.

Κανείς δεν έδινε σημασία στη θέση των ίδιων των πιστών, της επισκοπής και του κλήρου. Έτσι, το 1923, το Φανάρι κατέλαβε την Φιλανδική Ορθόδοξη Εκκλησία, η οποία τότε ήταν αυτόνομη μέσα στην Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία (ROC).

Την ίδια χρονιά το Φανάρι προσάρτησε την Εσθονική Ορθόδοξη Εκκλησία (τώρα Αποστολική Ορθόδοξη Εκκλησία της Εσθονίας), η οποία έκανε αίτηση στο Φανάρι για αυτοκέφαλη, αλλά έγινε Ορθόδοξη Μητρόπολη Εσθονίας στη σύνθεση του Φαναρίου.

Στη δεκαετία του 1930, περίπου το ίδιο σχέδιο εφαρμόστηκε στη Λετονία, όπου δημιουργήθηκε η Λετονική Ορθόδοξη Εκκλησία υπό την δικαιοδοσία της Κωνσταντινούπολης.

Ενώ στην Πολωνία το Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης, βασιζόμενο στην υποστήριξη των τοπικών αρχών, παρείχε την αυτοκέφαλη της Πολωνικής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Χωρίς να μπαίνουμε στις λεπτομέρειες της πολωνικής ιστορίας, μπορούμε να πούμε ότι αυτή η αυτοκέφαλη δημιουργήθηκε με μεθόδους απειλών, εξαπάτησης και βίας. Το 1948 οι Πολωνοί ιεράρχες έφεραν μετάνοια στον Πατριάρχη Αλέξιο της Μόσχας και μετά απ’ αυτό έλαβαν τη νόμιμη αυτοκέφαλη από τη Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία.

Τον Φεβρουάριο του 1931 το Φανάρι ιδιοποιήθηκε τις ρωσικές ενορίες εξωτερικού, οι οποίες βρίσκονταν υπό τη δικαιοδοσία του Ρώσου Μητροπολίτη του εξωτερικού Ευλόγιου (Georgievsky). Ταυτόχρονα άλλη απάτη διαπράχθηκε. Με την αποδοχή του Μητροπολίτη Ευλόγιου στη δικαιοδοσία του Φαναρίου χωρίς τη συναίνεση της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, τόνισαν έντονα ότι αυτό ήταν ένα προσωρινό μέτρο που προκλήθηκε από την μειονεκτική θέση της Εκκλησίας στην ΕΣΣΔ. Ο προσωρινός χαρακτήρας αυτής της δικαιοδοτικής υποταγής αντανακλάστηκε στο ίδιο το όνομα αυτής της δομής: η Προσωρινή Εξαρχία του Αγίου Αποστολικού και Πατριαρχικού Θρόνου της Κωνσταντινούπολης στη Δυτική Ευρώπη.

Ωστόσο, όταν το 1945, ο Μητροπολίτης Ευλόγιος επιθύμησε να επιστρέψει στην αγκαλιά της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, η Κωνσταντινούπολη δεν του έδωσε το γράμμα. Και η Αρχιεπισκοπή των Ορθοδόξων Ρωσικών Εκκλησιών στη Δυτική Ευρώπη όχι μόνο βρίσκεται υπό τη δικαιοδοσία της Κωνσταντινούπολης έως τώρα, αλλά και έχασε το καθεστώς των εξαρχιών με την απόφαση της Συνόδου της Κωνσταντινούπολης από τις 27 Νοεμβρίου 2018.

Αναζήτηση προστατών

Εδώ θα πρέπει επίσης να κάνουμε μια παρέκκλιση και να υπενθυμίσουμε ότι η Βυζαντινή Αυτοκρατορία επανειλημμένα κατέφευγε στη βοήθεια διαφόρων κρατών και φυλών. Φυσικά, αυτή η βοήθεια έπρεπε να ξεπληρωθεί: καμιά φορά με χρήματα, άλλη φορά με εδάφη, παρά άλλη με στρατιωτική λεία ή διάφορους τίτλους.

Αλλά υπήρξαν περιπτώσεις που έπρεπε να ξεπληρωθεί με την Ορθοδοξία. Έτσι ήταν το 1274, όταν ολοκληρώθηκε η Ουνία του Λυών. Οι προϋποθέσεις για αυτήν ήταν οι ακόλουθες περιστάσεις.

Το 1204, κατά την Τέταρτη Σταυροφορία, οι Σταυροφόροι κατέλαβαν την Κωνσταντινούπολη, γεγονός που, παρεμπιπτόντως, συνοδεύτηκε από σφαγή, βία, λεηλασίες και καταστροφή πολιτιστικών και καλλιτεχνικών μνημείων. Σύμφωνα με ιστορικά έγγραφα, η σκληρότητα των Σταυροφόρων υπερέβη κατά πολύ τις ωμότητες των Τούρκων κατά την κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης το 1453.

Αλλά το 1261 ο Βυζαντινός αυτοκράτορας Μιχαήλ Η Παλαιολόγος (1259-82) πήρε πίσω την πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας. Ο Λατίνος αυτοκράτορας στην Κωνσταντινούπολη, ο Βαλδουίνος Β, έφυγε στη Δύση και άρχισε να ζητά από τον Πάπα Ουρβανός Δ΄ να οργανώσει μια άλλη σταυροφορία κατά του Βυζαντίου. Ο Πάπας του έδειξε πλήρη υποστήριξη και οι Ευρωπαίοι άρχοντες άρχισαν να προετοιμάζονται για πόλεμο ενάντια στο Βυζάντιο. Για να αποτραπεί αυτή η απειλή, ο Μιχαήλ Η Παλαιολόγος πούλησε την Ορθοδοξία στον Πάπα Ρώμης. Ο Πατριάρχης Ιωσήφ της Κωνσταντινούπολης, ο οποίος αντιτάχθηκε στην ουνία, παραιτήθηκε επισήμως από τα καθήκοντά του, και στη θέση του διορίστηκε υπάκουος Ιωάννης ΙΑ´ Βέκκος, ο οποίος συμφώνησε με την ένωση/ουνία.

Το ίδιο συνέβη και το 1439, όταν η Κωνσταντινούπολη απειλήθηκε με την κατάκτηση από τους Τούρκους και ο αυτοκράτορας Ιωάννης Η Παλαιολόγος χρειάστηκε επειγόντως στρατιωτική και οικονομική βοήθεια για να πολεμήσει. Εκείνη την φορά οι Βυζαντινοί αποπλήρωσαν και πάλι με την Ορθοδοξία, κάτι, που όμως δεν έφερε κανένα όφελος – το 1453 η Βυζαντινή Αυτοκρατορία έπαψε να υπάρχει.

Προς τιμήν των κληρικών και των απλών ανθρώπων, πρέπει να ειπωθεί ότι δεν αποδέχθηκαν ούτε την ένωση της Λυών ούτε την Ένωση της Φλωρεντίας. Αλλά η κορυφή του Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης δεν σταμάτησε στην προδοσία της πίστης τους.

Στις αρχές του 20ου αιώνα το Φανάρι, που είχε βγει από το σύστημα της κρατικής διοίκησης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, προσπάθησε να βρει προστάτες στο πρόσωπο της Βρετανικής αυτοκρατορίας, η ποία ήταν τότε μια από τις ισχυρότερες παγκόσμιες δυνάμεις. Γι’ αυτό το λόγο οι φαναριώτες άρχισαν να αναπτύσσουν έργο μιας νέας ένωσης/ουνίας, αλλά όχι πλέον με τη Ρωμαϊκή Εκκλησία, αλλά με τους Αγγλικανούς.

Με σκοπό ένωσης με τους Αγγλικανούς ο Πατριάρχης Μελέτιος Δ' (Μεταξάκης) συγκάλεσε το «Πανορθόδοξη Σύνοδο», η οποία αποτελούταν από επτά επισκόπους, έναν αρχιμανδρίτη και δύο λαϊκούς. Η σύνοδος αυτή αποφάσισε να μεταβεί στο νέο Ιουλιανό (στην πραγματικότητα Γρηγοριανό) ημερολόγιο, σύμφωνα με το οποίο ζούσαν οι Αγγλικανοί, και η ημερομηνία του Πάσχα να καθορίζεται με βάση τα «επιστημονικά δεδομένα». Ωστόσο, το Ηνωμένο Βασίλειο δεν προσέφερε σημαντική βοήθεια στους Φαναριώτες και το σχέδιο της Ένωσης είχε παγώσει.

Ο επόμενος πιθανός προστάτης για το Φανάρι θεωρήθηκε... ΕΣΣΔ. Παρά το γεγονός ότι η σοβιετική κυβέρνηση από την αρχή δήλωνε εχθρός της Εκκλησίας, το Φανάρι προσπαθούσε επί σειρά ετών να επιτύχει την υποστήριξη των μπολσεβίκων και εκπλήρωνε επιμελώς τις επιθυμίες τους στην αναγνώριση της «Ανακαινιστική Εκκλησίας». Παρόλο που ήταν ξεκάθαρο για όλους από την αρχή ότι ο «Ανακαινισμός» είναι εργαλείο της GPU που δημιουργήθηκε με στόχο την καταστροφή της Ορθοδοξίας.

Αλλά στα μάτια του Φαναρίου ήταν αποδεκτό, επειδή εκείνη την εποχή, στις αρχές της δεκαετίας του 20, η σοβιετική κυβέρνηση ήταν η μόνη που είχε επιρροή στη νέα επαναστατική κυβέρνηση της Τουρκίας με επικεφαλής τον Κεμάλ Ατατούρκ.

Το Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης έφτασε κιόλας στο σημείο να καλέσει τον άγιο ομολογητή Πατριάρχη Τίχον να παραιτηθεί και να παραδώσει την εξουσία στους «ανακαινιστές». Και όλα αυτά για να πείσουν οι μπολσεβίκοι τον Ατατούρκ να μην ακολουθήσει πολιτική δίωξης του Πατριαρχείου Κωνσταντινούπολης. Αυτό φαίνεται πολύ άσχημα: να βοηθήσει τους μπολσεβίκους να καταστρέψουν την Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία σε αντάλλαγμα αυτοί να πείσουν τους Τούρκους να μην καταστρέψουν την Κωνσταντινούπολη. Αλλά και εδώ τους Φαναριώτες περίμενε απογοήτευση: οι μπολσεβίκοι δεν είχαν σκοπό να βοηθήσουν την Κωνσταντινούπολη με κανένα τρόπο.

Και επιτέλους, στη δεκαετία του ‘40, το Φανάρι βρήκε προστάτη για τον εαυτό του στο πρόσωπο του Στέιτ Ντιπάρτμεντ των ΗΠΑ. Πιο συγκεκριμένα, βρήκαν ο ένας τον άλλον. Το 1948, οι Αμερικανοί διπλωμάτες, ενεργώντας μέσω των τουρκικών και ελληνικών αρχών (όλες αυτές οι χώρες ήταν μέλη του ΝΑΤΟ), ανάγκασαν τον Πατριάρχη της Κωνσταντινούπολης, Μάξιμο Ε’ (Βαπορτζή), να παραιτηθεί. Ο πραγματικός λόγος είναι συμπάθεια προς την Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία.

Στη θέση του το Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ έθεσε τον Αμερικανό πολίτη Μητροπολίτη Αθηναγόρα (Σπύρου). Για την πτήση του προς την Κωνσταντινούπολη ο Αμερικανός Πρόεδρος Χάρι Τρούμαν (ο οποίος διέταξε τον ατομικό βομβαρδισμό της Χιροσίμα και του Ναγκασάκι) έδωσε δικό του προεδρικό αεροπλάνο. Αμέσως μετά την άφιξή του, στον Αθηναγόρα εκδόθηκε τουρκικό διαβατήριο και την επόμενη μέρα έγινε Πατριάρχης της Κωνσταντινούπολης.

Η αφοσίωσή του στις Ηνωμένες Πολιτείες αποδεικνύεται από την έκθεση του Γενικού Προξένου των ΗΠΑ στην Κωνσταντινούπολη, Ρόμπερτ Μακάτι, στο Υπουργείο Εξωτερικών: «Κατά την πρώτη επίσημη επίσκεψή μου, ο Αθηναγόρας πέρασε τον περισσότερο χρόνο του εκφράζοντας την αγάπη και τον θαυμασμό για τις Ηνωμένες Πολιτείες. Έφτασε κιόλας στη δήλωση ότι ο ακρογωνιαίος λίθος των δραστηριοτήτων του ως πατριάρχη είναι η προώθηση των αμερικανικών ιδανικών. Ο θαυμασμός του για τις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν κατά καιρούς τόσο ανάρμοστος που ένιωθα αμηχανία».

Σε όλο το έργο του ο Πατριάρχης Αθηναγόρας προσπάθησε να δικαιολογήσει την εμπιστοσύνη του Στέιτ Ντιπάρτμεντ. Αγωνίστηκε σκληρά και με συνέπεια τόσο με τη Σοβιετική Ένωση όσο και με την Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία. Ο οικουμενισμός του έφτανε στο σημείο ώστε αρνιόταν την ύπαρξη αιρέσεων. «Δεν τις βλέπω (αιρέσεις – σημείωση του συντάκτη) πουθενά! Βλέπω μόνο αλήθειες, μερικές, περιορισμένες, οι οποίες μερικές φορές βρίσκονται εκτός τόπου και χρόνου, οι οποίες προσπαθούν να κατανοήσουν και να καλύψουν ένα ανεξάντλητο μυστήριο», είπε σε συνομιλία με τον Γάλλο ιστορικό και θεολόγο Olivier Clement.

Έκτοτε, η επιρροή του αμερικανικού Υπουργείου Εξωτερικών στο Φανάρι μόνο δυνάμωσε.

Αναζήτηση χρηματοδότηση

Την κύρια πηγή χρηματοδότησης το Φανάρι βρήκε επίσης στο εξωτερικό. Ένας μεγάλος αριθμός Ελλήνων που μετανάστευσαν από τη Μικρά Ασία τη δεκαετία του 1920, βρέθηκαν στις ΗΠΑ. Εδώ η ελληνική επιχειρηματικότητα έδωσε γρήγορα καρπούς. Σήμερα, η ελληνική διασπορά στις Ηνωμένες Πολιτείες αριθμεί από 1,3 έως 3 εκατομμύρια ανθρώπους. Πολλοί Έλληνες έφτιαξαν τεράστιες πρωτεύουσες, έγιναν σημαίνοντες πολιτικοί και επιχειρηματίες.

Εδώ είναι μερικά μόνο από τα ονόματα.

  • Jim Davis – ιδιοκτήτης της εταιρείας υποδημάτων New Balance.
  • Ιωάννης Κασιματίδης κατέχει έναν όμιλο εταιρειών, συμπεριλαμβανομένων των μεγαλύτερων σούπερ μάρκετ στη Νέα Υόρκη και τη Φλόριντα, καθώς και 400 εταιρείες φυσικού αερίου και ακίνητα.
  • Ιωάννης Παύλος Ντεντζόρια – ιδιοκτήτης της κοσμετολογικής εταιρείας John Paul Mitchell Systems.
  • Σπύρος Αγνιόπουλος – Αντιπρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών (1969 – 1973).
  • Γιώργος Τένετ – διευθυντής της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών και επικεφαλής της CIA των Ηνωμένων Πολιτειών (1997 – 2004).
  • Τζέημς Σταυρίδης – Ανώτατος Διοικητής Ενωμένων Δυνάμεων του ΝΑΤΟ στην Ευρώπη (2009 – 2013).

Το 1988 ο Έλληνας Μιχαήλ Δουκάκης ήταν υποψήφιος πρόεδρος από το Δημοκρατικό κόμμα. Οι Έλληνες, μαζί με τους Ιρλανδούς, είναι μία από τις δύο εθνικότητες που επιτρέπεται να γιορτάζουν τις γιορτές τους στο Λευκό Οίκο της Ουάσιγκτον, παρά το γεγονός ότι υπάρχουν περίπου 30 εθνικότητες στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες είναι πιο πολυάριθμες.

Αν θυμηθούμε ότι η ελληνική κοινότητα στην ίδια την Κωνσταντινούπολη έχει ουσιαστικά εκφυλιστεί (σήμερα υπάρχουν περίπου 2-3 χιλιάδες Έλληνες που ζουν εκεί, κυρίως το προσωπικό του Πατριαρχείου και τα μέλη των οικογενειών τους), γίνεται σαφές ότι η χρηματοδότηση του Φαναρίου εξαρτάται από την ελληνική κοινότητα στις ΗΠΑ. Και το ελληνικό λόμπι, το οποίο είναι σταθερά ενσωματωμένο στο αμερικανικό πολιτικό κατεστημένο, καθορίζει την πολιτική των Φαναριωτών, η οποία, όπως βλέπουμε, γίνεται προς αμοιβαίο όφελος. Ωστόσο, η Ορθοδοξία γίνεται μάρκα διαπραγμάτευσης, όπως και στους προηγούμενους αιώνες.

Σήμερα ως αποτέλεσμα της εκπλήρωσης της θέλησης των εξωτερικών προστατών και χρηματοδοτών από τον Φανάρι έχουμε το εξής:

  • Καθιέρωση της κυριαρχίας της Κωνσταντινούπολης πάνω σε όλες τις Τοπικές Εκκλησίες. Τι άλλο είναι, αν όχι η απόκλιση από το δόγμα «Μίας Αγίας Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας»;
  • Εισβολή στην κανονική επικράτεια μιας άλλης Τοπικής Εκκλησίας. Τι άλλο είναι αν όχι η παραβίαση των Ιερών κανόνων, που περιορίζουν τη δύναμη των πατριαρχών στα σύνορα μόνο των τοπικών εκκλησιών τους;
  • Αποδοχή των ουκρανικών σχισματικών στην επικοινωνία. Τι άλλο είναι, αν όχι η συμμετοχή του ίδιου του Φαναρίου σε σχίσμα;
  • Ιδιοποίηση της δικαιοδοσίας σε όλες τις Ορθόδοξες ομολογήσεις της Ουκρανίας. Τι είναι αυτό, αν όχι η παραβίαση της εντολής «ουκ κλέψεις»;

Έχουμε πολύ ανελκυστική «ουσία» του Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης. Θέλω πραγματικά να πιστεύω ότι πρόκειται μόνο για την κορυφή του...

Εάν παρατηρήσετε κάποιο σφάλμα, επιλέξτε το απαιτούμενο κείμενο και πατήστε Ctrl+Enter ή Υποβολή σφάλματος για να το αναφέρετε στους συντάκτες.
Διαβάστε επίσης